- ετεροκινησία
- η (Α ἑτεροκινησία)η κίνηση που δίνεται από εξωτερική δύναμηνεοελλ.περίπτωση καρυοκινησίας κατά την οποία τα θυγατρικά κύτταρα είναι ανόμοια μεταξύ τους.[ΕΤΥΜΟΛ. Το αρχ. ετεροκινησία < ετεροκίνητος, ενώ το νεοελλ. είναι αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heterokinesia < hetero- (πρβλ. ετερο-*) + -kinesia (πρβλ. κίνησις)].
Dictionary of Greek. 2013.